Κατερίνα Γώγου. Σαν σήμερα...




Για Κατερίνα μιλούσα και χτες, για Κατερίνα θα σας μιλήσω και σήμερα. Μια άλλη Κατερίνα, τη λατρεμένη μας (θέλω να πιστεύω πως δεν νιώθω μόνο εγώ τέτοια αγάπη για εκείνη) την Κατερίνα τη Γώγου.

Τυχαία έπεσα στην είδηση, στο καθιερωμένο σερφάρισμα στη blogosfaira: "Σαν σήμερα πέθανε η Κατερίνα Γώγου". Τι πέθανε; Αυτοκτόνησε, είναι το σωστό. Αυτοθέλητα έβαλε τέλος στη ζωή της. 1993. 3 του Οκτώβρη. Με χάπια... Και ήταν μόλις στα 53. Δεν είναι που δεν άντεξε τη ζωή. Είναι που η μοίρα των ποιητών τους θέλει να πεθαίνουν νέοι. Γιατί ο ποιητής έτσι είναι φτιαγμένος. Διαφορετικός από τους κοινούς θνητούς:
"Ο ποιητής δεν προετοιμάζει το θάνατό του με την σπατάλη της ζωής του, όπως συμβαίνει με τους πολλούς, αλλά πραγματοποιεί τη ζωή του με την σπατάλη του θανάτου του. Σαν τον μυθικό Ερυσίχθονα, τρέφεται με τις σάρκες του κι όταν σπαράξει και το τελευταίο κομμάτι τους, πεθαίνει. Ακριβώς την ώρα που ο θάνατος δεν βρίσκει τίποτα να του πάρει" (Δημήτρης Λιαντίνης)

Έτσι έγινε και με την Κατερίνα. Την Κατερίνα μας.


Την Κατερίνα που ήξερε καλά πως ποτέ δε σημαδεύουνε στο πόδια:

"Στο μυαλό είναι ο Στόχος. το νου σου ε;"

Και τέτοιος στόχος στάθηκε ολοζωής κι εκείνη. Τη γνώρισα στο κρίσιμο μεταίχμιο της εφηβείας και με σημάδεψε με το λόγο της για πάντα. Μερικά από τα πια αγαπημένα της εδώ θα αφήσω, μνημόσυνο στην "ψυχούλα" της την τόσο πονεμένη:


Άτιτλο

Η ελευθερία μου είναι στις σόλες
των αλήτικων παπουτσιών μου.
Φέρνω τον κόσμο άνω κάτω.
Μπορώ να σεργιανίσω ότι ώρα μου γουστάρει.
Π.χ. την ώρα που βάζετε τις μασέλες σας
Στο ποτηράκι με το νερό πριν κοιμηθείτε
την ώρα που απαυτωνόσαστε
την ώρα που κάνετε το χρέος σας
στα παιδιά σας, στο σωματείο σας
την ώρα που σας έχουν χώσει την ιδέα
πως τρώτε αυγολέμονο
και τρώτε σκατά
μπορώ και περπατάω,
με τα αλήτικα παπούτσια μου
πάνω από τις στέγες σας
-όχι ρε παιδάκι μου σαν εκείνη
την ηλίθια με τη σκούπα, τη Μαίρη Πόπινς-
δεν πιάνετε το κανάλι μου
μόνο όσοι έχουμε το ίδιο μήκος κύματος
ανθρωπάκια χέστες, κατά βάθος σας λυπάμαι
αλλά τώρα δε χάνω το χρόνο μου μαζί σας
δεν θέλω παρτίδες με κανέναν σας
η ελευθερία σας
είναι στις σόλες των τρύπιων παπουτσιών μου

θάρθει η ώρα που θα τις γλύφετε
και θα ουρλιάζετε κλαίγοντας "θαύμα, θαύμα"
αυτά τα παπούτσια
ποτέ δεν ξεκουράζονται και ούτε βιάζονται
όταν εγώ καθαρίσω από εδώ
θα τα φορέσει ο Παύλος, η Μυρτώ, φοράμε το ίδιο νούμερο, δεν λειώνουν,
όσες πρόκες και αν ρίχνετε στο δρόμο.
Σας βαράνε στο δόξα πατρί σας
θα έρθει η ώρα
που θα τρέχετε απεγνωσμένα στο στιλβωτήριο
"συνοδοιπόροι" και "αποστάτες"
να βάψετε τα δικά σας
μα η μπογιά
δεν θα πιάνει
ότι και αν κάνετε, όσα και αν δίνετε
τέτοιο άτιμο κόκκινο είναι το δικό μας.



Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά


Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
πού κάνουν τραμπάλα στίς ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μέτς.
Κάνουν ό τι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων καί εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους καί ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σέ καμπαρέ τής Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τούς στρίμωξαν καί τά κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια καί οινόπνευμα νά κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα καί δέν κοιμούνται.
'Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στίς ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια
μανταλάκια
τίς ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται δμοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
τό τηλέφωνο τό τηλέφωνο τό τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά τό ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό, τι λάχει.
Ολο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δέν τούς αφήσατε σπιθαμή γιά σπιθαμή.
"Ολοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε μέ μαύρο χρώμα
γιατί τούς ρημάξατε τό κόκκινο
γράφουνε σέ συνθηματική γλώσσα
γιατί ή δική σας μόνο γιά γλύψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά καί σύρματα
στά χέρια σας. Στό λαιμό σας.Οι φίλοι μου.


Σπονδή


Στo Σημείο
πού όσο πλησιάζω
απομακρύνεται
Στο Σημείο
πού όσο σκοτεινιάζει
αναδύεται
Στο Σημείο
που κρατάω σrή χούφτα μου
κι άμα πάω νά σ' το δείξω
υδρατμόs αγάπης γίνεται
καί εξανεμίζεται
Στο Σημείο που ονομάζω
- Εσύ - Εγώ -
εγγράφω όλους τους φόνους
ποδοπατημένων χορταριών.Ν' ανθίσει.

25 Μαΐου


Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα
και θα βγω στους δρόμους
όπως και χτες.
Και δεν θα συλλογιέμαι παρά
ένα κομμάτι από τον πατέρα
κι ένα κομμάτι από τη θάλασσα
-αυτά που μ' άφησαν-
και την πόλη. Την πόλη που τη σάπισαν.
Και τους φίλους μας που χάθηκαν.
Ένα πρωί θα ανοίξω την πόρτα
ίσα ολόισα στη φωτιά
και θα μπω όπως και χτες
φωνάζοντας "φασίστες!!"
στήνοντας οδοφράγματα και πετώντας πέτρες
μ' ένα κόκκινο λάβαρο
ψηλά να γυαλίζει στον ήλιο.
Θ' ανοίξω την πόρτα
και είναι -όχι πως φοβάμαι-
μα να, θέλω να σου πω, πως δεν πρόλαβα
και πως εσύ πρέπει να μάθεις
να μην κατεβαίνεις στο δρόμο
χωρίς όπλα όπως εγώ
- γιατί εγώ δεν πρόλαβα-
γιατί τότε θα χαθείς όπως και εγώ
"έτσι" "αόριστα"
σπασμένη σε κομματάκια
από θάλασσα, χρόνια παιδικά
και κόκκινα λάβαρα.
Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα
και θα χαθώ
με τ΄όνειρο της επανάστασης
μες την απέραντη μοναξιά
των δρόμων που θα καίγονται,
μες την απέραντη μοναξιά
των χάρτινων οδοφραγμάτων
με το χαρακτηρισμό -μην τους πιστέψεις!-
Προβοκάτορας.





"Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα και θα βγω"... Το είπε και το έκανε. Γιατί πραγματικά η ελευθερία της ήταν στις τρύπιες της σόλες. Και γιατί πραγματικά το μυαλό της έγινε ο στόχος... Και η Κατερίνα προτίμησε να φύγει. Να κάνει τι άλλο πια εδώ; Ό,τι ήταν να κάνει, το έκανε. Σημάδεψε για πάντα το μυαλό μας. Άφησε εκεί ανεξίτηλο το στίγμα της του ανθρώπου που αρνείται να μπει στα καλούπια. Της γυναίκας που επιμένει να είναι πρώτα άνθρωπος και μετά γυναίκα. Του αριστερού που επιμένει να ακολουθά το δικό του παράξενο κόκκινο ακόμα κι αν οι δικοί τον φωνάζουν προβοκάτορα. Τέτοιο άτιμο ήταν το δικό της κόκκινο. Και όταν πια της το ρήμαξαν, έγειρε στην αγκαλιά των φίλων της, στα μαύρα πουλιά. Και με τις μαύρες φτερούγες τους την πήραν για πάντα μακριά μας. Και μείναμε εμείς να κοιτάμε το φευγιό της και να λέμε:



"Αυτός εκεί ο συγκεκριμένος άνθρωπος,

είχε μια συγκεκριμένη ζωή

με συγκεκριμένες πράξεις.

Γι' αυτό και η συγκεκριμένη κοινωνία,

για το συγκεκριμένο σκοπό

τον καταδίκασε σε έναν αόριστο θάνατο!"



Αυτό το αόριστο πήρε την απόφαση εκείνη τη μέρα του Οχτώβρη να κάνει οριστικό και αμετάκλητο. Να δώσει τέλος στης ζωής της το έργο. Αυτοθέλητα και ηρωικά. Περήφανα και ακατάδεχτα. Όχι ακατάδεχτα στους ανθρώπους. Η Κατερίνα αγάπησε τον άνθρωπο όσο λίγοι. Τα κυκλώματα και τα λαμόγια έφτυσε κατάμουτρα... Στα δικά τους κατάστιχα έγραψε με το αίμα της την εντολή:


Όλα τα ποδοπατημένα χορτάρια ν' ανθίσουν!


Έτσι άνοιξε ένα πρωί την πόρτα της... και χάθηκε με το όνειρο της επανάστασης...


Γεια σου Κατερινάκι. Γεια σου Κατερίνα μας!

2 σχόλια:

  1. ΝΑ ΣΕ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΚΑΤΕΡΙΝΑ.ΟΜΩΣ ΕΝΑΣ ΑΥΤΟΧΕΙΡΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ,ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΑ'Ι'ΚΟ ΕΙΔΙΚΑ ΟΤΑΝ ΠΡΟΚΕΙΤΕ ΓΙΑ ΜΙΑ ΟΜΟΡΦΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ.ΔΗΛΑΔΗ ΣΕ ΤΙ ΕΦΤΑΙΞΕ Η ΠΟΙΗΣΗ;;ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑΡΑ ΝΑ ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΟ.Η ΠΡΟΟΔΟΣ ΛΕΕΙ :ΑΠΟ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΣΠΟΥΔΑΣΕΣ ΤΙ ΕΜΑΘΕΣ;;ΞΕΡΕΤΕ ΑΠΟ ΠΕΙΝΑ ΚΑΙ ΚΑΚΟΥΧΙΕΣ;;;Ο ΒΕΓΓΟΣ ΘΑ ΣΑΣ ΕΛΕΓΕ :ΜΗΠΩΣ ΞΕΡΕΙΣ ΑΠΟ ΒΕΣΠΑ;;ΕΝΝΟΩ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΒΕΓΓΟ ΠΟΥ ΕΦΑΓΕ ΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΞΥΛΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΝΤΑΜΑΡΙ ΠΟΥ ΕΣΠΑΓΕ ΠΕΤΡΕΣ.ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΑΥΤΟΧΕΙΡΑΣ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλά τα λες, αλλά το μυαλό πολλές φορές ταξιδεύει σε άλλα μονοπάτια, παρθένα μονοπάτια, μονοπάτια ακόμα σκοτεινά στους πολλούς με χαλασμένη πυξίδα και είναι εύκολο, πολύ εύκολο να χάσεις τον δρόμο σου... Και να χαθείς σαν έρημο καράβι στην αβάσταχτη σιωπή των μαύρων νερών...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Αφιέρωμα στην Κατερίνα μας